ΔΙΑΘΗΚΗ

Στην ελληνική έννομη τάξη έχουν θεσπισθεί τρεις τύποι διαθηκών:

Α.   Η ιδιόγραφη διαθήκη, η οποία γράφεται «από το χέρι» του κληρονομούμενου (*), χρονολογείται, φέρει στο τέλος του κειμένου της την υπογραφή του και η γνησιότητα της αποδεικνύεται με μάρτυρες.

Β.  Η δημόσια διαθήκη, η οποία είναι η ασφαλέστερη μορφή διαθήκης, διότι συντάσσεται ενώπιον Συμβολαιογράφου, με την παρουσία δύο μαρτύρων ή ενώπιον δύο Συμβολαιογράφων και ενός μάρτυρα και, εξ αυτού του λόγου, εξαιρετικά δύσκολα μπορεί να προσβληθεί για λόγους πλαστότητας.

Γ.  Η μυστική διαθήκη, η οποία συντάσσεται από τον κληρονομούμενο και παραδίδεται από αυτόν στο Συμβολαιογράφο, παρουσία τρίτων μαρτύρων.

Μετά τον θάνατο του διαθέτη, η διαθήκη πρέπει να δημοσιευθεί ενώπιον των αρμόδιων αρχών, ώστε να μπορέσουν οι κληρονόμοι να προβούν στην αποδοχή της κληρονομιάς.

Στην περίπτωση κατά την οποία, μετά τον θάνατο του διαθέτη εμφανισθεί ιδιόγραφη διαθήκη, θα πρέπει για την κήρυξή της, ως κυρίας, να συνταχθεί σχετικό πρακτικό, το οποίο θα περιέχει, τόσο το κείμενο της διαθήκης, όσο και παρατηρήσεις για τυχόν ελαττώματα, τα οποία περιέχει η ιδιόγραφη διαθήκη. Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο για την εξέταση της διαθήκης και ενός μάρτυρα, προκειμένου να κηρύξει «κυρία» τη διαθήκη. 

Στην περίπτωση μυστικής ή δημόσιας διαθήκης, ο συμβολαιογράφος στέλνει το κείμενο με τη ληξιαρχική πράξη θανάτου στη γραμματεία του αρμόδιου Δικαστηρίου, ενώ στην περίπτωση μυστικής διαθήκης, παραδίδει τα έγγραφα αυτά, αυτοπροσώπως.

Εάν η διαθήκη βρεθεί στο εξωτερικό, τότε αυτός που την κατέχει δύναται να την παραδώσει, προς δημοσίευση, στον προϊστάμενο της Προξενικής Αρχής.

(*) Θεμελιώδη αρχή στο δίκαιο των διαθηκών, αποτελεί η αδιαμφισβήτητη και απρόσκοπτη έκφραση της θέλησης του συντάκτη της. 

Ενόψει αυτής της αρχής, κρίθηκε, με την υπ’ αριθ. 195/2017 απόφασή του Γ΄ Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, ότι είναι άκυρη η διαθήκη, που συντάχθηκε από μη εγγράμματο διαθέτη. 

Κατά τη διάταξη του άρθρου 1723 Α.Κ., όποιος δεν είναι ικανός να διαβάζει χειρόγραφα, δεν είναι σε θέση να συντάξει ιδιόγραφη διαθήκη. Για το κύρος της ιδιόγραφης διαθήκης απαιτείται, εκτός από την ιδιόχειρη σύνταξή της, να μπορεί ο κληρονομούμενος να διαβάσει και να εννοήσει αυτά που έγραψε, ελέγχοντας κατά τον τρόπο αυτό για το εάν, πράγματι, το κείμενο, που ιδιοχείρως έχει γραφεί από αυτόν, ανταποκρίνεται στην πραγματική του βούληση. Επομένως, κρίνεται ως άκυρη η ιδιόγραφη διαθήκη που συνέταξε μη εγγράματος διαθέτης, ο οποίος ιχνογράφησε μηχανικά σχέδιο διαθήκης, το οποίο έγραψε τρίτος.

Την ακυρότητα της διαθήκης μπορεί να προτείνει όποιος έχει άμεσο έννομο συμφέρον, όπως οι εξ’ αδιαθέτου κληρονόμοι του διαθέτη, στους οποίους, λόγω της ακυρότητας της διαθήκης, περιέρχεται η κληρονομιαία περιουσία.